Μπορεί η εικαστική θεραπεία να βοηθήσει τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες;
γράφει η Αγγέλα Μυλωνάκου,
κοινωνική λειτουργός, εικαστική ψυχοθεραπεύτρια
Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες αναμένεται να αντιμετωπίζουν προβλήματα στο σχολείο, τα οποία συνήθως διαχειρίζονται ειδικά εκπαιδευμένοι δάσκαλοι, παιδαγωγοί.
Μπορούν να χωριστούν αδρά σε τρεις ομάδες: τα παιδιά στα οποία η μειωμένη σχολική απόδοση οφείλεται σε νοητική καθυστέρηση, τα παιδιά στα οποία η μειωμένη σχολική απόδοση οφείλεται σε συναισθηματικά προβλήματα και τα παιδιά στα οποία οι μαθησιακές διαταραχές αποδίδονται σε δομικές-λειτουργικές διαταραχές του νευρικού συστήματος.
Η εικόνα των μαθησιακών διαταραχών περιλαμβάνει συνήθως δυσκολίες στην κατανόηση, τη γραφή, την ανάγνωση κ.α. ωστόσο αρκετές φορές παραβλέπονται οι κοινωνικές και συναισθηματικές δυσκολίες με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα τα παιδιά. Τέτοιες είναι η επεξεργασία κοινωνικών δεδομένων, η κοινωνική απόρριψη, η μοναξιά, οι διαταραχές στη διάθεση, η κατάθλιψη και οι δυσκολίες προσαρμογής.
Συνήθως, στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες παρέχεται ακαδημαϊκή/σχολική βοήθεια με τη λογική ότι βελτίωση στα σχολικά επιτεύγματα θα έχει θετική επίδραση στην αυτοεκτίμηση του παιδιού, θα βελτιώσει τις διαπροσωπικές του σχέσεις, την κοινωνική του θέση και θα οδηγήσει στην άμβλυνση των συναισθηματικών προβλημάτων. Ακόμα όμως κι όταν πραγματοποιούνται παρεμβάσεις με στόχο τις κοινωνικο-συναισθηματικές δυσκολίες είναι συνήθως γνωσιακά-συμπεριφοριστικά προσανατολισμένες. Τελευταία ωστόσο, έχουν προταθεί ανθρωπιστικές θεραπείες εστιασμένες στα συναισθήματα, που οδηγούν στην επίγνωση και αυτή με τη σειρά της στην αλλαγή συμπεριφοράς.
Η εικαστική θεραπεία ορίζεται ως μία παρέμβαση βασισμένη στην αλληλεπίδραση του δημιουργού, του εικαστικού του έργου, και του θεραπευτή. Φέρνει στο συνειδητό επίπεδο καταπιεσμένα συναισθήματα και επιτρέπει την εξερεύνησή τους μέσα από τις εικόνες που δημιουργούνται. Ταιριάζει ιδιαίτερα στα παιδιά, καθώς αυτά συνδέονται αυθόρμητα με την τέχνη. Αποτελεί μία μη λεκτική μέθοδο παρέμβασης κι έχει το πλεονέκτημα όταν απευθύνεται σε παιδιά με δυσκολίες στο λόγο. Η δημιουργία τέχνης βοηθά τα παιδιά να οπτικοποιήσουν τις δυσκολίες τους και να τις κατανοήσουν πιο ολοκληρωμένα. Επιπλέον η χρήση της τέχνης στη θεραπεία μειώνει τις αντιστάσεις, ενθαρρύνει την έκφραση συναισθημάτων και προσωπικών βιωμάτων και ενισχύει τη θεραπευτική συμμαχία. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, θα έβγαζε κανείς το συμπέρασμα ότι η εικαστική θεραπεία θα μπορούσε να είναι βοηθητική στην περίπτωση των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες. Ωστόσο, δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες έρευνες που αφορούν αυτή τη σχέση.
Το 2010 δημοσιεύτηκε μία έρευνα των R. Freilich και Z. Shechtman η οποία έθετε το ερώτημα κατά πόσο η προσθήκη της εικαστικής θεραπείας παράλληλα με την ακαδημαϊκή/σχολική βοήθεια θα είχε περισσότερα πλεονεκτήματα για τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες. Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι τα παιδιά που θα λάμβαναν εικαστική θεραπεία θα είχαν πιο θετική εξέλιξη σε σχέση με την προσαρμογή τους, ενώ εκείνα που θα λάμβαναν περισσότερη σχολική βοήθεια θα είχαν καλύτερη ακαδημαϊκή επίδοση.
Έτσι, δημιουργήθηκαν δύο ομάδες παιδιών (συμμετείχαν συνολικά 93 παιδιά με τη διάγνωση των μαθησιακών διαταραχών). Για 22 εβδομάδες και οι δύο ομάδες επωφελήθηκαν από τρεις ώρες παρέμβασης εβδομαδιαίως. Τα παιδιά της μίας ομάδας (control) έλαβαν 3 ώρες διδασκαλίας από ειδικούς δασκάλους, ενώ τα παιδιά της άλλης ομάδας (experimental) 2 ώρες διδασκαλίας και μία ώρα εικαστικής θεραπείας.
Η εικαστική θεραπεία διενεργήθηκε σε μία αίθουσα εξοπλισμένη με τα απαραίτητα υλικά για τη δημιουργία των εικαστικών έργων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το παιδί συνήθως επιλέγει ένα θέμα και τα υλικά για το έργο που το ενδιαφέρει, το οποίο δεν είναι ποτέ τυχαίο αλλά αντικατοπτρίζει σημαντικά θέματα στη ζωή του παιδιού που δεν μπορεί να εκφράσει ευθέως. Ο θεραπευτής υποστηρίζει το παιδί ώστε να φέρει εις πέρας το έργο του. Το ενθαρρύνει να εκφράσει τα σχετικά συναισθήματα και σκέψεις, να τα διερευνήσει, ενώ παράλληλα φροντίζει να τα καθρεφτίζει. Τίθενται στόχοι και ενθαρρύνεται η επίτευξή τους.
Η ακαδημαϊκή βοήθεια παρέχεται με σκοπό την αύξηση της γνώσης, τη βελτίωση βασικών δεξιοτήτων και την ανάπτυξη στρατηγικών μάθησης. Το υλικό που διδάσκεται το παιδί στην τάξη συνήθως χρησιμοποιείται ως βάση αλλά προσαρμόζεται στις ανάγκες και τις ικανότητες του συγκεκριμένου παιδιού.
Τα παιδιά κατά τη διάρκεια της εικαστικής θεραπείας εστιάζουν περισσότερο στην συναισθηματική επεξεργασία και διερεύνηση των δυσκολιών τους. Αναγνωρίζουν προβλήματα, τα μοιράζονται με το θεραπευτή και βιώνουν εμπειρίες κάθαρσης που οδηγούν σε αύξηση της επίγνωσης του εαυτού. Τα παιδιά της ομάδας ελέγχου από την άλλη, εστιάζουν κυρίως στις εμπειρίες ακαδημαϊκής επιτυχίας.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειχναν να υποστηρίζουν την αρχική υπόθεση της βελτιωμένης προσαρμογής των παιδιών που ακολούθησαν το πρόγραμμα της εικαστικής θεραπείας σε συνδυασμό με τη σχολική βοήθεια. Εντυπωσιακό είναι όμως το γεγονός ότι δεν επιβεβαιώθηκε η δεύτερη υπόθεση, ότι δηλαδή τα παιδιά που θα λάμβαναν περισσότερες ώρες σχολικής βοήθειας θα είχαν και καλύτερες ακαδημαϊκές επιδόσεις.
Σε παλιότερες μελέτες, οι ανθρωπιστικές θεραπείες φαίνεται να ήταν περισσότερο αποτελεσματικές σε σχέση με τις γνωσιακές-συμπεριφοριστικές όσον αφορά στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες (Shechtman & Pastor όπως αναφέρεται στο Freilich R., Shechtman Z., 2010). Η παρούσα μελέτη ενισχύει ακόμα περισσότερο τα ευρήματα αυτά, θέτοντας σε αμφισβήτηση μάλιστα το επιχείρημα ότι η ακαδημαϊκή βελτίωση επιδρά στην κοινωνικο-συναισθηματική πρόοδο. Προτείνει ότι η βελτίωση των σχολικών επιτευγμάτων από μόνη της δεν μπορεί να αλλάξει το επίπεδο προσαρμογής των παιδιών και ότι οι συναισθηματικές και κοινωνικές δυσκολίες των παιδιών χρειάζονται απευθείας και ξεχωριστή διαχείριση. Παλιότερη έρευνα (2005) (Shechtman & Pastor, όπως αναφέρεται στο Freilich R., Shechtman Z., 2010), έδειξε ότι ακόμα και μόνο μία ώρα ομαδικής θεραπείας εβδομαδιαίως, συνέβαλε στην προσαρμογή των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες περισσότερο από ότι πρόσθετες ώρες ακαδημαϊκής βοήθειας. Άλλη μελέτη (1996) έδειξε ότι τέσσερεις ώρες σχολικής βοήθειας ήταν λιγότερο αποτελεσματικές από μία ώρα ομαδικής θεραπείας (Shechtman et al., όπως αναφέρεται στο Freilich R., Shechtman Z., 2010).
Συνεπώς, δεν είναι η ποσότητα του χρόνου που θα αφιερωθεί στην ακαδημαϊκή βοήθεια αλλά η εξερεύνηση των συναισθηματικών δυσκολιών που έχει νόημα. Όταν επιτρέπεται στα παιδιά να εκφράσουν το δημιουργικό τους εαυτό μπορούν να διαχειριστούν και να αντιμετωπίσουν τα ακαδημαϊκά θέματα που ανακύπτουν πιο αποτελεσματικά από μόνα τους.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
Αναγνωστόπουλος Δ., Μαθησιακές διαταραχές, στο Τσιάντης Γ., (επιμ), (2001), Εισαγωγή στην Παιδοψυχιατρική, 315-342, Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη
Freilich R., Shechtman Z., (2010), The contribution of art therapy to the social, emotional, and academic adjustment of children with learning disabilities, The Arts in Psychotherapy, 37, 97-105